ESG+Stories

STORIES

Τι είναι η «κρυφή πείνα» και το κρυφό κόστος της διατροφής μας; -Τι δείχνει παγκόσμια έρευνα;

Τι είναι η «κρυφή πείνα» και το κρυφό κόστος της διατροφής μας; -Τι δείχνει παγκόσμια έρευνα;

Η έρευνα του FAO που δημοσιεύθηκε λίγες μέρες πριν το τέλος του χρόνου φανερώνει το σημαντικό πρόβλημα της πείνας που δεν…φαίνεται.

Η πείνα στον 21ο αιώνα δεν εκδηλώνεται πάντα με ένα άδειο πιάτο. Η τελευταία έρευνα της Διεθνούς Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) με τα αποτελέσματα του 2024 αναδεικνύει το εντεινόμενο πρόβλημα των περιστατικών «κρυφής πείνας» παγκοσμίως. Ως κρυφή πείνα έχει οριστεί από την επιστημονική κοινότητα η κατάσταση κατά την οποία το άτομο καταναλώνει φαγητό, το οποίο όμως είναι εξαιρετικά χαμηλής διατροφικής αξίας, λόγω της έλλειψης ποικιλομορφίας και βασικών θρεπτικών συστατικών.

Τα στοιχεία της έρευνας για το 2024 είναι αποκαλυπτικά, δείχνοντας ότι οι γυναίκες και τα παιδιά βρίσκονται σε εξαιρετικά πιο ευάλωτη θέση σχετικά με την κρυφή πείνα. Συγκεκριμένα, περίπου το ένα τρίτο των γυναικών ηλικίας 15–49 ετών και σχεδόν τα δύο τρίτα των παιδιών 6–23 μηνών παγκοσμίως καταναλώνουν δίαιτες που δεν πληρούν την ελάχιστη απαιτούμενη διατροφική ποικιλομορφία. Με απλά λόγια, τρώνε καθημερινά, αλλά δεν καλύπτουν βασικές ανάγκες σε βιταμίνες, μέταλλα και βιοενεργές ενώσεις, με σοβαρές επιπτώσεις στη σωματική και γνωστική τους ανάπτυξη.

fff

Η FAO διαχωρίζει πλέον καθαρά την παραδοσιακή έννοια της πείνας από τη σύγχρονη επισιτιστική ανασφάλεια. Η δεύτερη δεν αφορά μόνο την έλλειψη θερμίδων, αλλά την αδυναμία σταθερής πρόσβασης σε ασφαλή, θρεπτικά και επαρκή τρόφιμα. Αυτός είναι και ο λόγος που η «ελάχιστη διατροφική ποικιλομορφία» έχει ενσωματωθεί ως βασικός δείκτης παρακολούθησης της προόδου προς την εξάλειψη όλων των μορφών κακού υποσιτισμού, στο πλαίσιο του Στόχου 2.2 των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης. Στα θετικά ευρήματα της έρευνας προσμετράται το γεγονός ότι ο συνολικός αριθμός των ανθρώπων που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα για υγιεινή διατροφή μειώθηκε από 2,93 δισεκατομμύρια το 2017 σε 2,60 δισεκατομμύρια το 2024.

fff

Η γεωγραφική διάσταση: Ευρώπη-Αφρική

Το 2024, η επικράτηση του υποσιτισμού στην Αφρική έφτανε το 20,2%, ενώ στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική παρέμενε κάτω από 2,5%. Αυτή η διαφορά δεν αφορά μόνο την ποσότητα, αλλά κυρίως τη σύνθεση της διατροφής. Ένας μέσος Ευρωπαίος καταναλώνει περίπου 3.490 θερμίδες την ημέρα, έναντι 2.556 θερμίδων στην Αφρική, ενώ η ημερήσια πρόσληψη πρωτεΐνης στην Ευρώπη φτάνει τα 113 γραμμάρια, κυρίως ζωικής προέλευσης. Στην Αφρική, η αντίστοιχη πρόσληψη περιορίζεται στα 65 γραμμάρια, με το 77% να προέρχεται από φυτικές πηγές, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο ελλείψεων σε βασικά αμινοξέα, σίδηρο, ψευδάργυρο και βιταμίνη Β12. Η αδυναμία πρόσβασης σε υγιεινή διατροφή είναι καθολικό φαινόμενο στην αφρικανική ήπειρο, καθώς το 66,6% του πληθυσμού — πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι — δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά ένα διατροφικό καλάθι που να καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά. Στην Ευρώπη, το αντίστοιχο ποσοστό περιορίζεται στο 5%, γεγονός που μεταφράζεται σε πολύ μικρότερη έκθεση του πληθυσμού σε «κρυφή πείνα». Οι διατροφικές αυτές ανισότητες αποτυπώνονται με τον πιο σκληρό τρόπο στα παιδιά: το 2024, το 30,3% των παιδιών κάτω των πέντε ετών στην Αφρική εμφάνιζε καθυστέρηση ανάπτυξης, έναντι μόλις 3,8% στην Ευρώπη. Έτσι, η κρυφή πείνα αποκτά ξεκάθαρη γεωγραφική υπογραφή: στην Ευρώπη αποτελεί εξαίρεση που συνδέεται κυρίως με κοινωνικές ανισότητες, ενώ στην Αφρική συνιστά διαρθρωτικό χαρακτηριστικό της καθημερινής διατροφής.

 

Τι είναι το «κρυφό κόστος» μιας υγιεινής διατροφής ;

Για το 2024, το παγκόσμιο μέσο κόστος του διατροφικού «καλαθιού» που περιέχει και τις έξι βασικές ομάδες τροφίμων: φρούτα, λαχανικά, αμυλούχα τρόφιμα, έλαια, όσπρια και ζωικά προϊόντα, ανήλθε στα 4,46 δολάρια ΗΠΑ ανά άτομο την ημέρα σε όρους αγοραστικής δύναμης (PPP), δηλαδή περίπου 3,8 δολάρια.

ggg

Η αύξηση είναι εντυπωσιακή αν συγκριθεί με το 2017, όταν το αντίστοιχο κόστος ήταν 3,14 δολάρια PPP. Μέσα σε επτά χρόνια, όλες οι περιφέρειες κατέγραψαν αυξήσεις μεταξύ 38% και 45%, με τη μεγαλύτερη επιβάρυνση να σημειώνεται την περίοδο 2021–2022, όταν ο παγκόσμιος πληθωρισμός τροφίμων έφτασε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Το κόστος όμως δεν κατανέμεται ισότιμα. Το 2024, η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική εμφάνιζαν το υψηλότερο μέσο κόστος, ξεπερνώντας τα 5,1 δολάρια PPP ημερησίως, ενώ η Αφρική και η Ασία κινούνταν λίγο πάνω από τα 4,4 δολάρια. Αντίθετα, στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την Ωκεανία, το κόστος ήταν χαμηλότερο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η πρόσβαση είναι καθολικά εξασφαλισμένη.

Παρά τις αυξήσεις στις τιμές, το FAO καταγράφει και μια συγκρατημένη θετική εξέλιξη. Το ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά μια υγιεινή διατροφή μειώθηκε από 38,4% το 2017 σε 31,9% το 2024. Σε απόλυτους αριθμούς, αυτό μεταφράζεται σε μείωση από 2,93 σε 2,60 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Ωστόσο, πίσω από τη συνολική βελτίωση κρύβονται τεράστιες γεωγραφικές ανισότητες.

Η Ασία κατέγραψε τη μεγαλύτερη πρόοδο, με περίπου 477 εκατομμύρια λιγότερους ανθρώπους να αδυνατούν να αντέξουν οικονομικά μια υγιεινή διατροφή σε σχέση με το 2017, αν και εξακολουθεί να συγκεντρώνει πάνω από το μισό του παγκόσμιου συνόλου. Στον αντίποδα, η Αφρική ακολουθεί αντίστροφη πορεία. Το 2024, περίπου το 66,6% του πληθυσμού της – πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι – δεν μπορούσε να καλύψει το κόστος μιας υγιεινής διατροφής, καθιστώντας την ήπειρο το νέο επίκεντρο της διατροφικής κρίσης.

Διαβάστε όλη την έρευνα εδώ