Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρουσίασε την ανανεωμένη σειρά κλιματικών δεικτών της για τον Νοέμβριο του 2025, καταγράφοντας μια αγορά πράσινης χρηματοδότησης που εξακολουθεί να επεκτείνεται, αλλά με εμφανή επιβράδυνση, και μια Ευρωζώνη που βρίσκεται αντιμέτωπη με αυξανόμενους φυσικούς κινδύνους λόγω της κλιματικής αλλαγής. Οι νέοι δείκτες βασίζονται σε πιο προηγμένες μεθοδολογίες, σε επικαιροποιημένα δεδομένα και σε προσαρμογές που λαμβάνουν υπόψη τον πληθωρισμό, προσφέροντας μια πιο καθαρή εικόνα της μετάβασης και των κινδύνων που αφορούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
.
Στον τομέα της βιώσιμης χρηματοδότησης, η ΕΚΤ επιβεβαιώνει ότι οι εκδόσεις βιώσιμων χρεογράφων στην Ευρωζώνη έχουν σχεδόν τετραπλασιαστεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, από 453 δισ. ευρώ στις αρχές του 2021 σε 1,74 τρισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2025. Παρ’ όλα αυτά, η ανάπτυξη έχει χάσει δυναμική: οι εκδόσεις αυξήθηκαν μόλις κατά 10% τον τελευταίο χρόνο, έναντι 20% την προηγούμενη περίοδο. Αντίστοιχα, τα χαρτοφυλάκια βιώσιμων τίτλων που κατέχουν θεσμικοί επενδυτές και τράπεζες έφτασαν τα 1,96 τρισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2025, με ρυθμό αύξησης 14% — χαμηλότερο από το 20% του 2024.
Οι νέοι δείκτες περιλαμβάνουν πλέον αναλυτικές ταξινομήσεις ανά νόμισμα έκδοσης, διάρκεια και τύπο επιτοκίου. Πρόκειται για στοιχεία που θεωρούνται κρίσιμα για την παρακολούθηση της αγοράς τόσο από υπεύθυνους χάραξης πολιτικής όσο και από επενδυτές, ενώ ανταποκρίνονται και στις απαιτήσεις του G20 για πληρέστερη καταγραφή δεδομένων βιώσιμης χρηματοδότησης.
Το δεύτερο μεγάλο σκέλος της ανάλυσης αφορά τους κινδύνους μετάβασης. Τα νέα στοιχεία δείχνουν εντυπωσιακή μείωση των χρηματοδοτούμενων εκπομπών στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Στα δάνεια, οι εκπομπές που χρηματοδοτούνται από το τραπεζικό σύστημα μειώθηκαν κατά 45% την περίοδο 2018-2023, η ανθρακική ένταση έπεσε κατά 43%, ενώ το συνολικό «αποτύπωμα άνθρακα» υποχώρησε κατά 54%. Η τάση παραμένει αρνητική και στα χαρτοφυλάκια αξιογράφων, όπου οι χρηματοδοτούμενες εκπομπές μειώθηκαν κατά 16% την περίοδο 2018-2024 και η ανθρακική ένταση κατά 41%. Σημαντικό είναι ότι οι μειώσεις αυτές έρχονται παρά την αύξηση του μεγέθους των χαρτοφυλακίων, πράγμα που σημαίνει ότι οι τράπεζες χρηματοδοτούν περισσότερη οικονομική δραστηριότητα με μικρότερο κλιματικό αποτύπωμα.
Το πιο ανησυχητικό τμήμα της έκθεσης αφορά τους φυσικούς κινδύνους. Η ΕΚΤ προειδοποιεί ότι η Ευρωζώνη εκτίθεται ολοένα και περισσότερο σε ακραία καιρικά φαινόμενα, ιδίως σε ξηρασία, έντονες βροχοπτώσεις και υδατική πίεση. Υπό σενάριο υψηλών εκπομπών, σχεδόν το σύνολο των χρηματοοικονομικών εκθέσεων μπορεί να χαρακτηριστεί ως υψηλού κινδύνου ως το τέλος του αιώνα. Ο δείκτης των διαδοχικών ξηρών ημερών δείχνει ότι το ποσοστό των εκθέσεων σε περιοχές με πάνω από 40 ημέρες ξηρασίας ενδέχεται να διπλασιαστεί, ενώ ο κίνδυνος υδατικής πίεσης αυξάνεται κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες στο δυσμενές σενάριο.
Οι διαφορές ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης είναι έντονες. Η Ισπανία εμφανίζει τη μεγαλύτερη αύξηση στον κίνδυνο υδατικής πίεσης έως το 2100, από 12 έως 19 ποσοστιαίες μονάδες αναλόγως σεναρίου, στοιχείο που υπογραμμίζει την υψηλή της ευαλωτότητα. Ακολουθούν η Πορτογαλία και η Γαλλία, ενώ οι βόρειες χώρες — όπως το Βέλγιο, η Ιρλανδία και οι Κάτω Χώρες — φαίνεται να αντιμετωπίζουν μικρότερη επιβάρυνση.
Η ΕΚΤ καταλήγει ότι οι νέοι δείκτες ενισχύουν τη διαφάνεια για τους επενδυτές και επιτρέπουν καλύτερη παρακολούθηση της πορείας τόσο της μετάβασης όσο και της φυσικής τρωτότητας των οικονομιών. Την ίδια στιγμή, όμως, καταγράφουν ένα περιβάλλον στο οποίο οι κλιματικοί κίνδυνοι αυξάνονται πιο γρήγορα από την ικανότητα της αγοράς να τους απορροφήσει.








