Την θέση της Ελλάδας απέναντι στην ενεργειακή κρίση, την πράσινη μετάβαση και τις γεωπολιτικές αναταράξεις, παρουσίασε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο Energy Summit των Financial Times και της «Καθημερινής». Ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε εκτενώς στο νέο ενεργειακό μοντέλο της χώρας, τις ευρωπαϊκές προκλήσεις και τις δυνατότητες της Ελλάδας να διαδραματίσει ρόλο σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή.
.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπενθύμισε πως πριν από δεκαπέντε χρόνια, το ενεργειακό μείγμα της χώρας ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου βασισμένο στον λιγνίτη. Σήμερα, όπως σημείωσε, η Ελλάδα έχει καταφέρει να ξεπεράσει το 50% στη διείσδυση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, με τον λιγνίτη να περιορίζεται αποκλειστικά σε ρόλο εφεδρικής πηγής. Η χώρα επενδύει πλέον σε τεχνολογίες αιχμής που θα διασφαλίσουν όχι μόνο την ενεργειακή επάρκεια αλλά και την ευελιξία του συστήματος, όπως η αντλησιοταμίευση, τα υπεράκτια αιολικά πάρκα και η αποθήκευση ενέργειας. Ειδική μνεία έκανε στο μεγάλο έργο της Αμφιλοχίας, που θα ενισχύσει αποφασιστικά τη δυναμικότητα αποθήκευσης.
Την ίδια στιγμή, ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι η πράσινη μετάβαση δεν σημαίνει απόρριψη των παραδοσιακών μορφών ενέργειας, ιδίως όταν πρόκειται για τον ρόλο του φυσικού αερίου ως καυσίμου-γέφυρα. Όπως δήλωσε, η Ελλάδα επιμένει να επενδύει και σε αυτόν τον τομέα, με έμφαση στις υποδομές και τα δίκτυα.
Σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης άνοιξε τη συζήτηση για την πυρηνική ενέργεια, ζητώντας ανοιχτά να μην αποκλειστεί η Ελλάδα από την πανευρωπαϊκή στρατηγική που διαμορφώνεται γύρω από τη χρήση της. Αναγνώρισε ότι η χώρα δεν διαθέτει ιστορικό στην πυρηνική τεχνολογία, ξεκαθάρισε όμως πως αυτό δεν αποτελεί λόγο να μείνει εκτός των σχετικών διαπραγματεύσεων. «Δεν βλέπω τον λόγο να μην φτάσουμε στην κλιματική ουδετερότητα με τη χρήση και της πυρηνικής. Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να μπούμε σε αυτή την ευρωπαϊκή πυρηνική συμμαχία. Καταλαβαίνω ότι κάποιοι σοκάρονται, αλλά δεν μπορούμε να μείνουμε απλώς θεατές». Παράλληλα, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην πυρηνική ενέργεια και για τον τομέα της ναυτιλίας, υποστηρίζοντας ότι, ως ναυτικό έθνος, η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να εξετάσει σοβαρά τη σχετική τεχνολογία-που κατά πολλούς είναι μια σημαντική λύση- με ορίζοντα δεκαπενταετίας.
Αναφερόμενος στο υδρογόνο, ο Πρωθυπουργός κράτησε αποστάσεις από τον ενθουσιασμό, αναγνωρίζοντας μεν τις τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά υπογραμμίζοντας ότι τα logistics παραμένουν κοστοβόρα. Έθεσε ως προτεραιότητα την εστίαση στις τεχνολογίες που έχουν ήδη αποδείξει τη σκοπιμότητά τους και αποδίδουν άμεσα, όπως η αποθήκευση και η αντλησιοταμίευση.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εξέφρασε την ανάγκη για διορθωτικές κινήσεις στην Πράσινη Συμφωνία, λέγοντας πως η Ευρώπη ευθύνεται για μόλις 6% των παγκόσμιων εκπομπών, άρα οφείλει να ηγηθεί μεν της μετάβασης, αλλά με τρόπο που να μην πλήττει την ανταγωνιστικότητά της. Αναφέρθηκε και στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας, κάνοντας λόγο για κατακερματισμό και αδικίες. «Όταν το ρεύμα ρέει από χώρα σε χώρα, οι τιμές θα έπρεπε να πέφτουν. Είμαστε στην άκρη της Ευρώπης και αυτό μας θέτει σε μειονεκτική θέση». Υπενθύμισε, επίσης, ότι η Ελλάδα τριπλασιάζει τη διασύνδεσή της με την Ιταλία.
Στο γεωπολιτικό σκέλος, ο Πρωθυπουργός δεν έκρυψε την ανησυχία του για την κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή. Αναγνώρισε ότι η Ε.Ε. δεν διαθέτει την πολιτική ισχύ να φέρει όλα τα εμπλεκόμενα μέρη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, για τις οποίες εξέφρασε την ελπίδα να αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο. Επισήμανε παράλληλα ότι η αστάθεια στην περιοχή έχει ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις, καθώς ενισχύει τις πληθωριστικές τάσεις σε μια ήδη πιεσμένη παγκόσμια αγορά. Στάθηκε ιδιαίτερα στη φρίκη της ανθρωπιστικής κρίσης, κάνοντας έκκληση για άμεση κατάπαυση του πυρός ώστε να καταστεί δυνατή η παροχή βοήθειας. Όσον αφορά τους Έλληνες πολίτες που βρίσκονται στο Ισραήλ, διαβεβαίωσε πως προστατεύονται μέσω σχεδίου εκκένωσης που βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία, με αρκετούς ήδη να έχουν επιστρέψει.
Κλείνοντας, ο Πρωθυπουργός ρωτήθηκε αν έχει βλέψεις για μια πολιτική θέση στην Ευρώπη, αφήγημα το οποίο ο ίδιος απέρριψε, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Το να είσαι πρωθυπουργός είναι κάτι παραπάνω από full time job» . Όσο για τις επόμενες εθνικές εκλογές, δήλωσε πως η απάντηση θα δοθεί από τους πολίτες, όταν κρίνουν αν η κυβέρνηση έχει υλοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος όσων υποσχέθηκε. «Αν το ποσοστό αυτό είναι κοντά στο 80%, τότε ναι – αυτό θα μας καταστήσει μια καλή κυβέρνηση που άνετα μπορεί να διεκδικήσει τρίτη θητεία».