ESG+Stories

«Καμπανάκι» ΕΚΤ για κλιματική κρίση – Η περίπτωση της Ελλάδας

Η κλιματική αλλαγή μπορεί να ασκήσει σημαντική πίεση στις δημοσιονομικές θέσεις των χωρών.
«Καμπανάκι» ΕΚΤ για κλιματική κρίση – Η περίπτωση της Ελλάδας

Οι οίκοι αξιολόγησης υποεκτιμούν τους κινδύνους που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή όταν «βαθμολογούν» τις χώρες, και αυτό ενέχει τον κίνδυνο όταν αυτοί εκδηλωθούν ξαφνικά, «χτυπώντας» την ανάπτυξη και τα δημοσιονομικά, να οδηγήσουν σε σημαντικές αναταραχές στις αγορές, οι οποίες θα μεταδοθούν σε διάφορα μέρη του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όπως προειδοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε μελέτη της. Εάν τα κλιματικά σοκ προκαλέσουν ξαφνικές (και αναγκαστικές) υποβαθμίσεις των αξιολογήσεων και απώλειες αξίας σε περιουσιακά στοιχεία, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική οικονομική αστάθεια.

.

Όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ της «Καθημερινής», οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή αναγνωρίζονται ολοένα και περισσότερο ως σημαντική απειλή για τη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με τον βαθμό στον οποίο οι οίκοι αξιολόγησης ενσωματώνουν αυτούς τους κινδύνους στις αξιολογήσεις τους για τις χώρες. Η ΕΚΤ σε ανάλυσή της το εξετάζει αυτό σε μεγάλο δείγμα συνολικά 124 ανεπτυγμένων, αναδυόμενων και χαμηλού εισοδήματος οικονομιών, χρησιμοποιώντας λεπτομερή μέτρα για τους κλιματικούς κινδύνους, ενώ λαμβάνει υπόψη τις αξιολογήσεις των οίκων Moody’s, S&P, Fitch και DBRS. Διαπιστώνει ότι οι ακραίες θερμοκρασίες, όπως οι παρατεταμένοι καύσωνες, και οι συχνότερες φυσικές καταστροφές –μέτρα φυσικού κινδύνου– οδηγούν μεν σε χαμηλότερες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, ωστόσο οι συνολικές επιπτώσεις είναι χαμηλές και αμελητέες σε σύγκριση με άλλους παράγοντες αξιολόγησης.

Οι στόχοι

Οι φιλόδοξοι στόχοι μείωσης των εκπομπών άνθρακα και οι πραγματικές μειώσεις εκπομπών έχουν αντικατοπτριστεί σε υψηλότερες αξιολογήσεις, αλλά μόνο από τη Συμφωνία του Παρισιού του 2015 και μετά, γεγονός που υποδηλώνει ότι έχει δοθεί αυξημένη προσοχή τα τελευταία χρόνια στον κίνδυνο που σχετίζεται με τη μετάβαση σε μια πιο πράσινη οικονομία. Επιπλέον, οι χώρες με υψηλό χρέος και αυτές που εξαρτώνται από τα έσοδα από ορυκτά καύσιμα έχουν λάβει χαμηλότερες αξιολογήσεις μετά το 2015, ενώ οι εξαγωγείς υλικών κρίσιμων για τη μετάβαση έχουν λάβει υψηλότερες αξιολογήσεις. Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν την ανάγκη για προσοχή στη χρήση αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας για κανονιστική και μακροοικονομική πολιτική, καθώς φαίνεται να λαμβάνουν υπόψη εν μέρει μόνο τις περιβαλλοντικές παραμέτρους, προειδοποιεί η ΕΚΤ.

Η κλιματική αλλαγή μπορεί να ασκήσει σημαντική πίεση στις δημοσιονομικές θέσεις των χωρών. Αυτό συμβαίνει μέσω καλά τεκμηριωμένων διαύλων, συμπεριλαμβανομένου του αυξανόμενου κόστους που συνδέεται με συχνότερες και σοβαρότερες φυσικές καταστροφές, των απαραίτητων επενδύσεων στην προσαρμογή και της χρηματοδότησης της μετάβασης σε μια πράσινη οικονομία. «Οι κρατικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας στοχεύουν στη μέτρηση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας χώρας και θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αυτές τις πιέσεις. Αλλά δεν το κάνουν επαρκώς», όπως τονίζει η ΕΚΤ.

Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν αναγνωρίσει ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να επηρεάσει τις αξιολογήσεις κρατών. Για παράδειγμα, υπό την πίεση των κεντρικών τραπεζών και των ρυθμιστικών αρχών έχουν αρχίσει να αποκαλύπτουν πώς ενσωματώνουν τους κλιματικούς κινδύνους στις μεθοδολογίες αξιολόγησης. Ταυτόχρονα, πολλά είναι αυτά που εμποδίζουν την πλήρη και συστηματική ενσωμάτωση των κλιματικών κινδύνων στο πλαίσιο της αξιολόγησης. Αυτά περιλαμβάνουν τους περιορισμούς δεδομένων, την υψηλή αβεβαιότητα σχετικά με τον οικονομικό αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής, τις αμφιβολίες σχετικά με τις δεσμεύσεις των κυβερνήσεων για την επίτευξη στόχων μηδενικών εκπομπών και τον σχετικά σύντομο χρονικό ορίζοντα των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας σε σύγκριση με τη μακροπρόθεσμη φύση της κλιματικής αλλαγής.

Πάντως, όπως διαπιστώνει η μελέτη της ΕΚΤ, αν και οι οίκοι λαμβάνουν εν μέρει υπόψη την έκθεση σε φυσικούς κινδύνους και σε ακραία καιρικά φαινόμενα, ωστόσο οι παράγοντες κινδύνου μετάβασης, όπως οι εκπομπές άνθρακα, η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας και οι στόχοι μείωσης άνθρακα, δεν αντικατοπτρίζονται στις αξιολογήσεις. Επιπλέον, ακόμη και όταν οι κλιματικές μεταβλητές είναι στατιστικά σημαντικές, εξακολουθούν να έχουν μόνο οριακό αντίκτυπο στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Αξίζει να σημειώσουμε ότι οίκοι, όσον αφορά την Ελλάδα, έχουν επισημάνει ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί μία από τις βασικές προκλήσεις της οικονομίας και σε αυτό το πλαίσιο «παρακολουθούν» τους σχετικούς κινδύνους. Η Moody’s βαθμολογεί με 3 το περιβαλλοντικό κριτήριο της Ελλάδας (με το 1 να υποδηλώνει χαμηλό αντίκτυπο και το 5 πολύ υψηλό), επισημαίνοντας πως η χώρα έχει αυξημένη ευπάθεια στους κλιματικούς κινδύνους λόγω υψηλής έκθεσης σε πυρκαγιές, καύσωνες και λειψυδρία. Η S&P επισημαίνει πως τα ακραία κλιματικά φαινόμενα γίνονται όλο και πιο συχνά στην Ελλάδα, αυξάνοντας τη σημασία των σχεδίων της κυβέρνησης για μετριασμό των επιπτώσεων, ενώ η DBRS σημειώνει πως τα ακραία γεγονότα που σχετίζονται με το κλίμα αποτελούν έναν από τους κινδύνους για τις δημοσιονομικές προοπτικές, ωστόσο «δεν υπάρχουν περιβαλλοντικοί παράγοντες που να έχουν σχετική ή σημαντική επίδραση στην πιστωτική ανάλυση».

Οπως προειδοποιεί η ΕΚΤ, εκτός από το ότι η υποεκτίμηση των κλιματικών κινδύνων από τους οίκους μπορεί να οδηγήσει σε ξαφνική υποβάθμιση μιας χώρας και σε οικονομικό σοκ, «εκθέτει» επίσης και τους επενδυτές και τις κεντρικές τράπεζες. Οπως εξηγεί, αυτή η υποεκτίμηση θα μπορούσε να παραπλανήσει τους συμμετέχοντες στην αγορά, ώστε να αναλάβουν κινδύνους τους οποίους δεν γνωρίζουν πλήρως. Σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη που εφαρμόζουν αποτελεσματικά μέτρα προσαρμογής και μετριασμού των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής ενδέχεται να μη λαμβάνουν επαρκείς «ανταμοιβές» με τη μορφή χαμηλότερου κόστους δανεισμού. Επίσης, όταν χρησιμοποιούν κρατικό χρέος ως εγγύηση σε πράξεις νομισματικής πολιτικής, οι κεντρικές τράπεζες ενδέχεται να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία που είναι πιο ευάλωτα σε κλιματικούς κραδασμούς από ό,τι νομίζουν, εάν οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας δεν αντικατοπτρίζουν τους κλιματικούς κινδύνους.

Υποβάθμιση επιπτώσεων

Η ΕΚΤ σε ανάλυσή της διαπιστώνει ότι οι ακραίες θερμοκρασίες, όπως οι παρατεταμένοι καύσωνες, και οι συχνότερες φυσικές καταστροφές – μέτρα φυσικού κινδύνου– οδηγούν μεν σε χαμηλότερες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, ωστόσο οι συνολικές επιπτώσεις είναι χαμηλές και αμελητέες σε σύγκριση με άλλους παράγοντες αξιολόγησης.

Απειλή για τις αγορές

Οπως προειδοποιεί η ΕΚΤ, εκτός από το ότι η υποεκτίμηση των κλιματικών κινδύνων από τους οίκους μπορεί να οδηγήσει σε ξαφνική υποβάθμιση μιας χώρας, «εκθέτει» επίσης και τους επενδυτές και τις κεντρικές τράπεζες. Οπως εξηγεί, αυτή η υποεκτίμηση θα μπορούσε να παραπλανήσει τους συμμετέχοντες στην αγορά, ώστε να αναλάβουν κινδύνους τους οποίους δεν γνωρίζουν πλήρως.

ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ