ESG+Stories

Αφαλάτωση: Μονόδρομος στο ζήτημα της λειψυδρίας ή μια νέα περιβαλλοντική πρόκληση;

Η συγκεκριμένη μέθοδος συζητήθηκε στο υπουργικό συμβούλιο του Ιουλίου και φαίνεται πως ήρθε για να μείνει. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα;
Αφαλάτωση: Μονόδρομος στο ζήτημα της λειψυδρίας ή μια νέα περιβαλλοντική πρόκληση;

Καθώς η κλιματική αλλαγή εντείνει την πίεση στους υδάτινους πόρους, με ακανόνιστες βροχοπτώσεις και παρατεταμένες περιόδους ξηρασίας, όλο και περισσότερες κυβερνήσεις στρέφονται στην τεχνολογία για απαντήσεις. Η αφαλάτωση – η διαδικασία μετατροπής θαλασσινού νερού σε πόσιμο – παρουσιάζεται ως λύση ανάγκης, αλλά και μια νέα χρυσή επενδυτική ευκαιρία. Μπορεί όμως να καλύψει τις ανάγκες ενός διψασμένου κόσμου, χωρίς να δημιουργήσει περισσότερη περιβαλλοντική πίεση;

.

Η λειψυδρία πλέον δεν είναι ένας φόβος για το μέλλον, αλλά μια κατάσταση εν εξελίξει. Ακόμα και στη χώρα μας, τα υδάτινα αποθεματικά μειώνονται ραγδαία, ενώ τον περασμένο μήνα συγκλήθηκε υπουργικό συμβούλιο υπό τον Πρωθυπουργό ώστε να σχεδιαστούν οι άξονες πολιτικής και δράσης για το επόμενο διάστημα. Στη συνάντηση αυτή, μια από τις δράσεις που προκρίθηκαν ήταν σαφώς και αυτή της αφαλάτωσης. Το 2025, η αγορά της αφαλάτωσης εκτιμάται γύρω στα 15 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ αναμένεται να ξεπεράσει τα 20 δισεκατομμύρια μέχρι το 2027. Η τεχνολογία εξελίσσεται, οι επενδύσεις αυξάνονται και η πίεση δεν αφορά μόνο τις άνυδρες χώρες, αλλά όλη τη Μεσόγειο.

Τι είναι και πώς λειτουργεί η αφαλάτωση;

Η διεργασία της αφαλάτωσης είναι η αφαίρεση του αλατιού από το θαλασσινό ή υφάλμυρο νερό, ώστε να γίνει κατάλληλο για κατανάλωση ή άρδευση. Σήμερα, κυριαρχεί η μέθοδος της αντίστροφης όσμωσης για την αφαλάτωση, κατά την οποία το νερό πιέζεται μέσα από ειδικές μεμβράνες που συγκρατούν τα άλατα και τις ακαθαρσίες. Παλαιότερες μέθοδοι – όπως η θερμική αφαλάτωση, δηλαδή ο βρασμός και η συμπύκνωση του νερού – εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται, αλλά κυρίως σε χώρες με φθηνή ενέργεια.

Περίπου το 70% της παγκόσμιας δυναμικότητας αφαλάτωσης βρίσκεται στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Οι χώρες του Κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία και το Ομάν, διαθέτουν γιγαντιαίες μονάδες, όπως το Barka IV, που παρέχουν πόσιμο νερό σε εκατομμύρια κατοίκους. Πρωτοπόροι της τεχνολογίας είναι εταιρίες όπως η γαλλική Veolia, ενώ το Κουβέιτ έθεσε σε λειτουργία την πρώτη μονάδα αφαλάτωσης ήδη από το 1951. Πίσω από τα τεχνικά επιτεύγματα όμως, κρύβονται σημαντικές περιβαλλοντικές προκλήσεις: η προεπεξεργασία του νερού ώστε να μην εισέρχονται οργανισμοί όπως ψάρια, μέδουσες και φύκια, αλλά και η διαχείριση της άλμης, του υπεραλμυρού υπολείμματος που επιστρέφει στη θάλασσα και μπορεί να βλάψει το οικοσύστημα.

Το παράδειγμα του Ισραήλ

Το 2008, το Ισραήλ βρισκόταν στα πρόθυρα υδατικής κατάρρευσης. Η Λίμνη Γεννησαρέτ, βασική πηγή γλυκού νερού, είχε πέσει κάτω από την «κόκκινη γραμμή». Η παραγωγή στις γεωργικές περιοχές μειώθηκε απότομα, και η ξηρασία είχε ήδη προκαλέσει μαζική αστικοποίηση στη γειτονική Συρία, με πάνω από ένα εκατομμύριο αγρότες να εγκαταλείπουν τις καλλιέργειες και να συρρέουν στις πόλεις.

Μετά από αυτό το Ισραήλ κατάφερε το ακατόρθωτο: σήμερα διαθέτει νερό σε αφθονία. Εξόπλισε τη χώρα με κεφαλές ντους και τουαλέτες εξοικονόμησης νερού, ανακύκλωσε το 86% των αστικών λυμάτων για αρδευτική χρήση και επένδυσε μαζικά σε μονάδες αφαλάτωσης. Η μονάδα της Askelon παρείχε 127 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού, της Hadera 140 εκατομμύρια, ενώ η μονάδα Sorek έφτασε τα 150 εκατομμύρια – καθιστώντας την μία από τις μεγαλύτερες στον κόσμο. Χάρη σε αυτές τις υποδομές, η χώρα όχι μόνο κάλυψε το υδατικό της έλλειμμα, αλλά έχει πλέον πλεόνασμα νερού. Η στάθμη της Λίμνης Γεννησαρέτ ανέβηκε ξανά και οι γεωργικές εργασίες ευδοκιμούν.

Οι προκλήσεις της αφαλάτωσης

Η αφαλάτωση μπορεί να είναι μέρος της λύσης, αλλά με αδιαμφισβήτητο κόστος. Παρέχει σταθερή παροχή ανεξάρτητα από τον καιρό, μπορεί να συνδυαστεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και είναι ιδανική για νησιωτικά ή παράκτια κράτη με πρόσβαση στη θάλασσα. Ωστόσο, η διαδικασία είναι ενεργοβόρα, προκαλεί σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο οικοσύστημα και απαιτεί μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές. Επιπλέον, δεν ενδείκνυται για όλες τις περιοχές – ιδίως για εκείνες που βρίσκονται μακριά από ακτές.

Φυσικά, δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη σωστή διαχείριση, την εξοικονόμηση και τη συλλογική αλλαγή νοοτροπίας γύρω από το νερό. Είναι όμως ένα πολύτιμο εργαλείο – ειδικά σε περιοχές όπου η λειψυδρία είναι συστημική και επιδεινούμενη. Από τον Σεπτέμβρη αναμένονται και οι νεότερες εξαγγελίες για το πώς η χώρα μας θα εισέλθει επίσης σε αυτή τη τεχνολογία, καθώς και ποιοι θα είναι οι «παίκτες» αυτού του νέου παιχνιδιού.

ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ