Η πρόκριση μιας Ελληνίδας επιστήμονος στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Βιώσιμης Ενέργειας είναι σίγουρα κάτι που μας κάνει να αισιοδοξούμε για τη θέση της χώρας μας στην αρένα της ενεργειακής μετάβασης. Η κα Στέλλα Τσάνη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, με διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Reading, έχει διακριθεί διεθνώς για το έργο της στον τομέα της βιώσιμης ανάπτυξης και των φυσικών πόρων. Ως μέλος της Global Young Academy, εμπειρογνώμονας στο έργο «MED 2050» του Plan Bleu, επικεφαλής συντάκτρια του Handbook of Sustainable Politics and Economics of Natural Resources, και συνεργάτις φορέων όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Παγκόσμια Τράπεζα, η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Περιβάλλοντος της Κύπρου, η παρουσία της στα βραβεία της Ε.Ε. αποτελεί διεθνή αναγνώριση μιας πορείας που ενώνει επιστημονική αριστεία, πολιτική ανάλυση και κοινωνική δέσμευση.
- Αγαπητή κυρία Τσάνη, η πρόκρισή σας στους φιναλίστ των Ευρωπαϊκών Βραβείων Βιώσιμης Ενέργειας 2025 είναι μια είδηση που δίνει ελπίδα για τη συνεισφορά της χώρας μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ποιος είναι ο σκοπός των συγκεκριμένων βραβείων; Πώς αισθανθήκατε όταν μάθατε για την πρόκριση;
Τα Ευρωπαϊκά Βραβεία Βιώσιμης Ενέργειας (European Sustainable Energy Awards - EUSEW Awards) έχουν στόχο να αναγνωρίσουν και να τιμήσουν άτομα και πρωτοβουλίες που συμβάλλουν ουσιαστικά στην προώθηση της καθαρής ενέργειας και της βιώσιμης ανάπτυξης στην Ευρώπη. Με την υποψηφιότητα μου αναγνωρίζεται η σημαία των οικονομικών σε ένα θεσμό που στοχεύει κυρίως στην ανάδειξη τεχνολογικών καινοτομιών- δίνοντάς έτσι βήμα και αναγνωρίζοντας τη σημασία των κοινωνικών επιστημών για τη δίκαιη και έγκαιρη ενεργειακή μετάβαση.
Η υποψηφιότητα μου σχετίζεται με τη δημιουργία του δικτύου GY-Energy στο ΕΚΠΑ. Το GY-Energy φέρνει μαζί όλες και όλους τους ενδιαφερόμενους για τη ενεργειακή μετάβαση και τη βιωσιμότητα, όσες/ους είναι ενθουσιώδεις για την επικοινωνία της επιστήμης, την ενεργειακή εκπαίδευση και κατάρτιση, τη συμμετοχή στον δημόσιο διάλογο για την ενεργειακή μετάβαση και ενδιαφέρονται για την από κοινού ανάπτυξη και διάδοση γνώσεων. Η πρόκριση μου είναι πολύ σημαντική για την ανάδειξη της δουλείας που κάνουμε στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών και στο ΕΚΠΑ. Συμβάλει επίσης στην ανάδειξη του εγχώριου πανεπιστημιακού οικοσυστήματος, το οποίο παρά τις όποιες αντιξοότητες έχει να αντιμετωπίσει, παράγει υψηλής ποιότητας αποτελέσματα με επιστημονικό, κοινωνικό και πολιτικό αντίκτυπο.
2. Εκτός των άλλων είστε μέντορας νεοφυών επιχειρήσεων για το έργο «Εύρεση καινοτόμων λύσεων για τη λειψυδρία στη Νότια Ευρώπη». Θα ήθελα να μιλήσουμε για αυτό ενόψει και του θέρους. Πόσο μεγάλη πρόκληση είναι η λειψυδρία για την Ελλάδα; Βλέπετε να υπάρχει η δέουσα κινητοποίηση σε κεντρικό επίπεδο εγχώρια;
Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις 10 πιο υδατικά “στρεσαρισμένες” χώρες της ΕΕ. Σε λεκάνες απορροής όπως η Αττική η συνολική κατανάλωση νερού ξεπερνά το 40%, των ανανεώσιμων υδάτινων πόρων, όριο που χαρακτηρίζει σημαντική πίεση στα ύδατα. Σε ορισμένους δήμους, οι απώλειες στο δίκτυο υδροδότησης φθάνουν έως και το 50%, κυρίως λόγω παλαιωμένων υποδομών. Η πρόκληση είναι πολυδιάστατη καθώς αφορά όχι μόνο την επάρκεια και ποιότητα των υδάτινων πόρων, αλλά και την ασφάλεια του αγροδιατροφικού τομέα, τη λειτουργία των οικοσυστημάτων, τη δημόσια υγεία και, εν τέλει, την κοινωνική συνοχή.
Ένα από τα βασικά συμπεράσματα του έργου «Εύρεση καινοτόμων λύσεων για τη λειψυδρία στη Νότια Ευρώπη» ήταν ότι στην ευρύτερη περιοχή της Μεσόγειου, αλλά και στην Ελλάδα ειδικά, υπάρχουν αρκετές τεχνολογικές λύσεις διαθέσιμες για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας και της επιδείνωσης της ποιότητας και της ποσότητας των υδάτων. Η υιοθέτηση τους όμως καθυστερεί λόγω έλλειψης ενημέρωσης, ανεπαρκούς κινητοποίησης χρηματοδοτικών πόρων και μη συντονισμένων δράσεων σε τοπικό, εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Η πρόληψη και η ανθεκτικότητα απέναντι στη λειψυδρία απαιτούν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, επένδυση στη γνώση και — πάνω απ’ όλα — τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων. Καμία πολιτική νερού δεν μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία αν οι τοπικές κοινωνίες και το σύνολο των εμπλεκόμενων μερών δεν συμπεριλαμβάνονται στη λήψη αποφάσεων και δεν ενημερώνονται επαρκώς για τα μέτρα και τα επιθυμητά αποτελέσματα, και εν τέλει πως αυτά επηρεάζουν και μπορούν να βελτιώσουν τη ζωή τους.
3. Έχετε επίσης ασχοληθεί ερευνητικά με την ανάπτυξη οικονομικών μεθόδων και εργαλείων για τη διαχείριση του κρατικού πλούτου και της βιώσιμης ανάπτυξης. Υπάρχουν κατά τη γνώμη σας επαρκή χρηματοδοτικά εργαλεία για την επίτευξη της φιλόδοξης ευρωπαϊκής ενεργειακής μετάβασης; Διοχετεύονται με τον βέλτιστο τρόπο εκεί που πρέπει κι αν όχι τι θα προτείνατε ως λύση;
Η έρευνα μου εστιάζει στον ρόλο των Κρατικών Επενδυτικών Ταμείων (Sovereign Wealth Funds - SWFs) στη χρηματοδότηση δράσεων για το κλίμα. Σε εργασίες μας προτείνουμε την ενσωμάτωση κριτηρίων βιωσιμότητας στις επενδυτικές στρατηγικές των SWFs. Επιπλέον συζητάμε τη σημασία της συνεργασίας μεταξύ των SWFs και άλλων δημόσιων και ιδιωτικών φορέων για την αποτελεσματική χρηματοδότηση της πράσινης μετάβασης.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουν αναπτυχθεί σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία όπως ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ή το επενδυτικό σχέδιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας τα οποία συνδυαστικά κινητοποιούν σημαντικά κεφάλαια για την ενεργειακή μετάβαση. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη ουσιώδεις προκλήσεις όπως η απορροφητικότητα των κεφαλαίων, η υπερχρηματοδότηση "εύκολων" έργων με μικρό συστημικό αποτύπωμα, η εκπαίδευση και κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού.
Από την έρευνα μου προκύπτουν λύσεις που συνδέονται με την ενίσχυση της θεσμικής ικανότητας σε εθνικό και τοπικό επίπεδο για να αξιοποιούνται οι πόροι αποτελεσματικά. Επιπλέον προτάσεις αφορούν τη διασύνδεση μεταξύ κρατικού πλούτου και πράσινων επενδύσεων, όπως π.χ. με την αξιοποίηση των εσόδων από φυσικούς πόρους (π.χ. υδρογονάνθρακες ή άνθρακας) προς ένα "Ταμείο Πράσινου Μέλλοντος", με σκοπό την αποεπένδυση από το παλιό και τη στήριξη του νέου. Η ενεργειακή μετάβαση είναι μια ιστορική ευκαιρία για ανασυγκρότηση. Το στοίχημα είναι να μην μείνει κανείς πίσω και αυτό απαιτεί στοχευμένη, δίκαιη και διορατική χρηματοδότηση.
4. Πώς βλέπετε την γυναικεία ενδυνάμωση στον χώρο της επιστήμης που ακόμα είναι ανδροκρατούμενος; Το παράδειγμά σας, είμαι σίγουρη πως επιδρά ως role model για πολλές γυναίκες. Πώς αισθάνεστε για αυτό; Υπάρχουν επαρκή κίνητρα για την ενασχόληση των γυναικών με την επιστήμη;
Η θέση της γυναίκας στην επιστήμη έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά εξακολουθεί να αντιμετωπίζει συστημικά εμπόδια και ανισότητες, τόσο σε επίπεδο εκπροσώπησης όσο και πρόσβασης σε ηγετικές θέσεις, χρηματοδότηση και αναγνώριση. Αν το παράδειγμά μου μπορεί να εμπνεύσει νέα κορίτσια και γυναίκες να πιστέψουν στον εαυτό τους και να διεκδικήσουν ενεργά θέση στον επιστημονικό διάλογο, αυτό με γεμίζει ευθύνη αλλά κυρίως αισιοδοξία. Αισιοδοξώ γιατί βλέπω καθημερινά γύρο μου γυναίκες διαφορετικών ηλικιών και υποβάθρων που καταφέρνουν σπουδαία πράγματα, που χαρακτηρίζονται από ανθεκτικότητα, ευφυΐα, διανοητικό θάρρος, ενσυναίσθηση, φαντασία και ικανότητα επικοινωνίας σύνθετων ιδεών με τρόπο που μπορεί να οδηγήσει σε δράση. Αυτές είναι οι γυναίκες μπορούν να είναι μέρος μιας συνεργατικής και συμπεριληπτικής ηγεσίας, επιστημονικής και κοινωνικής προόδου.
Όσον αφορά τα κίνητρα, γίνονται βήματα. Παρόλα αυτά, συχνά τα μέτρα είναι αποσπασματικά ή εστιάζουν μόνο στο ποσοτικό σκέλος. Χρειαζόμαστε μια πιο συστημική προσέγγιση: ενσωμάτωση της οπτικής του φύλου στην έρευνα, περισσότερες γυναίκες στα κέντρα λήψης αποφάσεων και φυσικά ενδυνάμωση από τα πρώτα βήματα στην εκπαίδευση, στην οικογένεια, στην κοινωνία. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι πρακτικές χωρίς αποκλεισμούς θα γίνουν συστημικές, όχι εξαρτώμενες από άτομα ή καλή θέληση. Πρέπει να επενδύσουμε στην εκπαίδευση και να αλλάξουμε την κουλτούρα του χώρου εργασίας. Η γυναικεία ενδυνάμωση στην επιστήμη δεν είναι μόνο ζήτημα ισότητας. Είναι θέμα ποιότητας της γνώσης και κοινωνικής προόδου. Όταν λείπει η γυναικεία φωνή, χάνεται ένα πολύτιμο κομμάτι της συλλογικής νοημοσύνης που απαιτείται για να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας.
5. Τι επιπτώσεις πιστεύετε ότι θα επιφέρει στον παγκόσμιο αγώνα περιορισμού της κλιματικής αλλαγής η οπισθοχώρηση των ΗΠΑ σχετικά με τα ζητήματα ESG και ενεργειακής;
Η αποστασιοποίησή των ΗΠΑ από τους ESG στόχους ή από πολιτικές απανθρακοποίησης μπορεί να ενθαρρύνει αντίστοιχες οπισθοδρομήσεις ιδιαίτερα σε κράτη με υψηλές εκπομπές που αναζητούν άλλοθι για αδράνεια. Η υποβάθμιση των ESG κριτηρίων από ένα κράτος με τόσο σημαντική παρουσία στις χρηματοπιστωτικές αγορές μπορεί να οδηγήσει σε αβεβαιότητα και διαφοροποίηση προτύπων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, δημιουργώντας "ρυθμιστική ασυμμετρία" και προβλήματα στη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των επενδύσεων.
Η απουσία ή αμφιθυμία των ΗΠΑ μπορεί να επιβραδύνει την πρόοδο, αλλά δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για παύση δράσης. Αντιθέτως, μας υπενθυμίζει την ανάγκη για πιο πολυκεντρική, δίκαιη και ανθεκτική κλιματική διακυβέρνηση. Η οπισθοχώρηση των ΗΠΑ καθιστά ακόμη πιο κρίσιμη τη γεωπολιτική καινοτομία και πρωτοβουλία της ΕΕ, τη συμμαχία με παγκόσμιους εταίρους και την ανάδειξη των τοπικών, κοινωνικά δίκαιων, κλιματικών λύσεων που χτίζουν ανθεκτικότητα "από τα κάτω προς τα πάνω". Η ΕΕ είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως και ιστορικά έχει λειτουργήσει ως ρυθμιστικός ηγέτης σε θέματα περιβάλλοντος, ανθρώπινων δικαιωμάτων και εταιρικής υπευθυνότητας. Η ΕΕ έχει συστημικό συμφέρον να ενισχύσει τη δράση για την προστασία της ίδιας της εσωτερικής αγοράς και των πολιτών της. Η Ευρώπη δεν στηρίζεται κυρίως στη στρατιωτική της ισχύ, αλλά στη νομοθετική, πολιτισμική και τεχνολογική επιρροή της. Το ESG και η πράσινη μετάβαση είναι εργαλεία διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής. Η ΕΕ μπορεί να χτίσει νέες συμμαχίες και να συν-διαμορφώσει ένα πιο δίκαιο και βιώσιμο παγκόσμιο πλαίσιο.
6. Έχετε μια πολύ σαφή εικόνα του ευρωπαϊκού πεδίου δράσεων σε θέματα ESG. Μπορείτε να μας παρουσιάσετε σε γενικές γραμμές πώς πάνε τα πράγματα στην Ευρώπη και πού βρίσκεται η Ελλάδα σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη ;
Η Ευρώπη αποτελεί παγκόσμιο πρωτοπόρο σε θέματα ESG τόσο σε επίπεδο ρυθμιστικού πλαισίου όσο και σε ό,τι αφορά τη στρατηγική ενσωμάτωσης της βιωσιμότητας στο επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον. Η ΕΕ έχει θέσει σε εφαρμογή ένα εντυπωσιακό θεσμικό οικοσύστημα γύρω από το ESG, με εργαλεία όπως ο Κανονισμός για τη Χρηματοοικονομική Γνωστοποίηση Βιώσιμων Επενδύσεων και η Ταξινομία της ΕΕ για τις βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλάζει ριζικά το τοπίο στους τομείς των επενδύσεων, της εταιρικής διακυβέρνησης και της βιωσιμότητας. Οι επιχειρήσεις, οι επενδυτές, αλλά και οι δημόσιες πολιτικές καλούνται πλέον να ενσωματώνουν μετρήσιμους στόχους ESG και να αποδεικνύουν έμπρακτα τη συμμόρφωσή τους.
Η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο, ιδίως μετά το 2020, με πρωτοβουλίες από τον χρηματοοικονομικό τομέα, την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τον ιδιωτικό τομέα. Εντούτοις, η χώρα υστερεί συγκριτικά ως προς την ωριμότητα και συστηματοποίηση των δεδομένων ESG, τη διάχυση της κουλτούρας βιωσιμότητας στις ΜΜΕ, την ενσωμάτωση ESG σε στρατηγικές δημόσιας πολιτικής, και την ανάπτυξη εξειδικευμένων δεξιοτήτων στο ανθρώπινο δυναμικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καλές πρακτικές – αντιθέτως, παρατηρείται δυναμισμός και σε επίπεδο επιχειρήσεων και ακαδημαϊκής κοινότητας. Ενδεικτικά στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ προσφέρουμε σύγχρονα εξειδικευμένα προγράμματα σπουδών (π.χ. ΕSG – Περιβαλλοντική, Κοινωνική και Εταιρική Διακυβέρνηση: Εργαλεία διαχείρισης και διαμόρφωσης στρατηγικής, Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Διοίκηση Επιχειρήσεων). Ωστόσο, απαιτείται περισσότερη συντονισμένη πολιτική βούληση, θεσμική υποστήριξη και επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο για να συμβαδίσει η Ελλάδα ουσιαστικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η μετάβαση σε μια οικονομία βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς δεν είναι απλώς θέμα συμμόρφωσης, αλλά ανταγωνιστικότητας, διαφάνειας και κοινωνικής συνοχής.