Η συχνότητα, η σφοδρότητα και η γεωγραφική εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, της ανθρώπινης δραστηριότητας και της μεταβολής στις χρήσεις της γης. Η ταχύτατη εξάπλωσή τους δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους σε διάφορους τομείς και περιοχές παγκοσμίως, σύμφωνα με τη νέα έκθεση Emerging Risk Trend Talk της Allianz Commercial.
.
Όπως έδειξαν οι καταστροφικές πυρκαγιές στο Λος Άντζελες τον Ιανουάριο του 2025, η δυτική ακτή των ΗΠΑ, μαζί με τον Δυτικό Καναδά, τη Νότια και Ανατολική Αυστραλία, καθώς και τη Νότια Ευρώπη (Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία, Ιταλία και Ελλάδα), είναι οι γεωγραφικές ζώνες με τη μεγαλύτερη έκθεση στον κίνδυνο πυρκαγιών. Ωστόσο, τέτοιες πυρκαγιές εμφανίζονται πλέον και σε περιοχές που μέχρι πρότινος δεν θεωρούνταν σημαντικά επικίνδυνες, συμπεριλαμβανομένων των δασών στον Βόρειο Καναδά, τη Σκανδιναβία και τη Ρωσία. Η Νότια Κορέα υπέστη τη φονικότερη έξαρση δασικών πυρκαγιών στην ιστορία της τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2025.
Οι καταστροφικές πυρκαγιές γίνονται ολοένα μεγαλύτερες και συχνότερες. Οι επιπτώσεις των χειρότερων πυρκαγιών της τελευταίας δεκαετίας, όσον αφορά τις υλικές ζημιές και τις απώλειες ανθρώπινων ζωών, είναι σημαντικά μεγαλύτερες από οποιαδήποτε καταγεγραμμένη περίοδο των τελευταίων 50 έως 100 ετών σε ορισμένες περιοχές.
Η κλιματική αλλαγή εντείνει τον κίνδυνο: αυξάνει τη διαθέσιμη καύσιμη ύλη, την ξηρότητα της βλάστησης, την ένταση των ανέμων, τη συχνότητα κεραυνών και την εξάπλωση εύφλεκτων ειδών χλωρίδας. Τα 10 θερμότερα έτη από το 1850 έως σήμερα καταγράφηκαν όλα την τελευταία δεκαετία (2015–2024), με το 2024 να είναι το θερμότερο καταγεγραμμένο έτος.
Εκτός από την κλιματική αλλαγή, αυξάνεται η έκθεση σε κινδύνους λόγω αλλαγών στη χρήση γης, ειδικά στις λεγόμενες «ζώνες διεπαφής άγριας φύσης και αστικού ιστού» (wildland-urban interface - WUI), δηλαδή σε περιοχές όπου η ανθρώπινη ανάπτυξη επεκτείνεται μέσα σε φυσικές περιοχές με βλάστηση που είναι επιρρεπείς σε πυρκαγιές. Εκεί, οι κίνδυνοι από πυρκαγιές αυξάνονται σημαντικά, όπως και ο αριθμός των ακινήτων και των υποδομών (π.χ. γραμμές ηλεκτρικού ρεύματος, δρόμοι) που επηρεάζονται και που αποτελούν πιθανές πηγές ανάφλεξης. Παγκοσμίως, οι ασφαλισμένες ζημιές από δασικές πυρκαγιές αυξήθηκαν από 8,7 δισ. δολάρια τη δεκαετία του 2000 σε 56,3 δισ. δολάρια τη δεκαετία του 2010, καθιστώντας τις ζημιές έξι φορές πιο δαπανηρές.
Οποιοσδήποτε κλάδος μπορεί να επηρεαστεί από μια δασική πυρκαγιά, ωστόσο οι εταιρείες κοινής ωφελείας και ενέργειας, ο τομέας των ακινήτων και των κατασκευών, η γεωργία και οι μεταφορές αντιμετωπίζουν τις σοβαρότερες εκθέσεις σε ζημιές και διακοπές λειτουργίας. Οι ρυθμιστικές προκλήσεις και οι νομικές διεκδικήσεις που σχετίζονται με την ευθύνη για δασικές πυρκαγιές αυξάνονται επίσης, καθιστώντας αναγκαίες ισχυρές στρατηγικές διαχείρισης κινδύνου, όπως σημειώνει η έκθεση.
Οι στρατηγικές αυτές περιλαμβάνουν επίσης τη δημιουργία προστατευτικών ζωνών, τη διαχείριση της βλάστησης και τη χρήση μη εύφλεκτων δομικών υλικών. Οι μέθοδοι καταστολής και πρόληψης πυρκαγιών επίσης εξελίσσονται και οι επιχειρήσεις οφείλουν να παραμένουν ενημερωμένες. Συνιστάται η ανάπτυξη και εφαρμογή ενός αποτελεσματικού σχεδίου προετοιμασίας για δασικές πυρκαγιές και επιχειρησιακής συνέχειας, το οποίο πρέπει να αναθεωρείται και να ενημερώνεται τακτικά.
Η έκθεση επισημαίνει ότι διατίθεται πλέον μια σειρά προηγμένων τεχνολογικών εργαλείων και καινοτομιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πρόβλεψη και μείωση του κινδύνου πυρκαγιάς. Παραδείγματα περιλαμβάνουν: εποχιακές προβλέψεις, επιτόπιες έρευνες με drones, χαρτογράφηση μέσω GIS (συστήματα γεωγραφικών πληροφοριών), θερμική απεικόνιση, συστήματα διαχείρισης βλάστησης και κάμερες τεχνητής νοημοσύνης.
«Οι επιχειρήσεις πρέπει να εντοπίσουν τον κίνδυνο που μπορεί να προκύψει από τις ίδιες για την πρόκληση πυρκαγιάς ή να επηρεαστούν από πυρκαγιές που προκαλούνται από φυσικά ή ανθρώπινα αίτια, να αξιολογήσουν τις πιθανές επιπτώσεις και να αναπτύξουν τεκμηριωμένα σχέδια διαχείρισης δασικών πυρκαγιών προσαρμοσμένα στις λειτουργίες τους», δηλώνει ο Michael Bruch, Global Head of Risk Advisory Services της Allianz Commercial.
Τέλος, η αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών απαιτεί μια πολυδιάστατη προσέγγιση, που περιλαμβάνει τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων με όλους τους σχετικούς νόμους και κανονισμούς για την πυρασφάλεια. Σε ευρύτερο επίπεδο, η προετοιμασία για την αντιμετώπιση πυρκαγιών προϋποθέτει τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τη προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες και την εφαρμογή αποτελεσματικών στρατηγικών διαχείρισης πυρκαγιών. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει συνδυασμό κρατικών πολιτικών για τη μείωση των εκπομπών, χωροταξικό σχεδιασμό για τον περιορισμό της έκθεσης σε κινδύνους πυρκαγιάς και επενδύσεις σε τεχνολογίες που ενισχύουν την ανίχνευση, πρόβλεψη και καταστολή πυρκαγιών.
Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών είναι ένα σύνθετο και επείγον ζήτημα, το οποίο απαιτεί συντονισμένη δράση σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι και να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική αλλαγή.