ESG+Stories

Τι μας "δυσκολεύει" τελικά με το ESG;

Κιάρα Κόντη, Εταίρος, Επικεφαλής Υπηρεσιών Κλιματικής Αλλαγής και Βιώσιμης Ανάπτυξης της ΕΥ Ελλάδος και Επικεφαλής Υπηρεσιών Κλιματικής Αλλαγής και Βιώσιμης Ανάπτυξης της EY στην περιοχή της Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA).
Τι μας "δυσκολεύει" τελικά με το ESG;

Η συζήτηση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τους δείκτες επίδοσης ESG (Environmental, Social and Governance) έχει δύο πλευρές. Από τη μία όσα γνωρίζουμε καλά και αποτελούν αδιαμφισβήτητα στοιχεία και, από την άλλη, όσα υποθέτουμε, δεν γνωρίζουμε καλά ή όσα δεν μπορούμε να προβλέψουμε. Μία γνωστή και μία άγνωστη πλευρά. Το να μπορούμε να διαχωρίζουμε και να εξετάζουμε ξεχωριστά αυτές τις δύο όψεις, σε κάθε προσπάθεια στρατηγικής προσέγγισης για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη σύνταξη εκθέσεων ESG, είναι –ενδεχομένως– το μόνο που χρειάζεται για ένα καλό πρώτο βήμα.

Ποια είναι, λοιπόν, τα αδιαμφισβήτητα στοιχεία που σήμερα γνωρίζουμε και αποτελούν τη βάση της κατανόησής μας για την ευθυγράμμιση των εταιρικών στρατηγικών με τις αρχές και τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης;

1. ESG και βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι το ίδιο 

Η βιώσιμη ανάπτυξη αφορά στην αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών προκλήσεων του σήμερα (όπως η κλιματική αλλαγή, η απώλεια της βιοποικιλότητας, η ενεργειακή κρίση, οι πολεμικές συρράξεις, οι κοινωνικές ανισότητες, η ανεργία, η οικονομική κρίση κ.ά.) με έναν τρόπο που θα επιτρέψει και στις επόμενες γενιές να αναπτυχθούν.

Είναι μια ευρύτερη έννοια, μεγαλύτερη από τις επιχειρήσεις, τα κράτη, τις γεωγραφίες, τους πολίτες και καθέναν από εμάς ξεχωριστά. Μας αφορά, όμως, όλους συνολικά –με διαφορετικό τρόπο τον καθένα– και μας αφορά, ταυτόχρονα, όλους συστημικά. Πράγματι, οι προκλήσεις της βιώσιμης ανάπτυξης είναι, πρώτα από όλα, συστημικές. Η μία επηρεάζει την άλλη και, επομένως, η αντιμετώπισή τους απαιτεί συστημική δράση.

Από την άλλη, το ESG αφορά μόνο τις επιχειρήσεις, και τις αφορά εξίσου συστημικά. Αναφέρεται στους δείκτες που αξιολογούν πώς μια επιχείρηση ανταποκρίνεται στις προκλήσεις βιώσιμης ανάπτυξης που την αφορούν συγκεκριμένα. Τις περιβαλλοντικές και οικονομικο-κοινωνικές προκλήσεις εκείνες που επηρεάζουν τη συγκεκριμένη επιχείρηση και το πώς η ίδια η επιχείρηση είναι οργανωμένη, μέσω χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης, για την αντιμετώπισή τους, αλλά και πώς η ίδια επηρεάζει αυτές τις προκλήσεις.

Για παράδειγμα, ποιες είναι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που δημιουργεί αυτή η επιχείρηση, επηρεάζοντας μέσω των δραστηριοτήτων της την κλιματική αλλαγή, αλλά και ποια είναι η χρηματοοικονομική επίπτωση των κινδύνων και ευκαιριών της κλιματικής αλλαγής στη συγκεκριμένη επιχείρηση.

2. Το ESG δεν είναι, και ούτε κοινό για όλες τις επιχειρήσεις 

Δεν υπάρχει μία κοινή προσέγγιση που μπορούν να εφαρμόσουν όλες οι εταιρείες για το ESG, ακριβώς επειδή το ESG της κάθε εταιρείας είναι τόσο μοναδικό όσο είναι και η ίδια.

Σίγουρα, οι εταιρείες που ανήκουν στον ίδιο κλάδο θα έχουν κοινά χαρακτηριστικά ως προς τους δείκτες που παρακολουθούν για τις περιβαλλοντικές και οικονομικο-κοινωνικές τους επιδόσεις, καθώς και για τη δομή διακυβέρνησης που ακολουθούν. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σημεία πλεονεκτήματος ή μειονεκτήματος μεταξύ τους στο πώς χαράσσουν τη στρατηγική τους ή πόσο φιλόδοξοι είναι οι στόχοι τους και, άρα, οι δείκτες ESG που παρακολουθούν για να τους επιτύχουν.

3. Οι επιδράσεις από κινδύνους και ευκαιρίες βιώσιμης ανάπτυξης συμβαίνουν ήδη 

Σε ένα γενικό επίπεδο, οι επιδράσεις αυτές χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες και, στην ουσία, επηρεάζουν συστημικά το σύνολο των κλάδων της οικονομίας, σε όλο το εύρος της αλυσίδας αξίας τους, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό:

- Η πρώτη κατηγορία αφορά στις επιδράσεις που προκαλούνται από φυσικά φαινόμενα –όπως ακραία (π.χ., πλημμύρες) ή χρόνια φυσικά φαινόμενα (π.χ., αύξηση της στάθμης της θάλασσας) που δημιουργούνται από την αλλαγή του κλίματος, και όπως, επίσης, η απώλεια της βιοποικιλότητας κ.ά.

- Η δεύτερη κατηγορία αφορά επιδράσεις που προκαλούνται από κινδύνους και ευκαιρίες μετάβασης σε μια βιώσιμη οικονομία (όπως η εντατικοποίηση του κανονιστικού πλαισίου για τη βιώσιμη ανάπτυξη, η αυξανόμενη ανάγκη των ενδιαφερομένων μερών για μεγαλύτερη διαφάνεια για τις ESG επιδόσεις των επιχειρήσεων κ.ά.).

Τα παραπάνω, επομένως, συνοψίζουν όσα γνωρίζουμε ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τη βιώσιμη ανάπτυξη και το ESG. Η άγνωστη πλευρά της βιώσιμης ανάπτυξης αφορά στην πιθανότητα, τη χρονικότητα και τη σημαντικότητα όλων αυτών των παραγόντων. Πόσο πιθανό είναι να μας επηρεάσουν σε όλα τα επίπεδα (στο φυσικό περιβάλλον, την ευρύτερη οικονομία, τις επιχειρήσεις, την κοινωνία και τους ανθρώπους), πόσο γρήγορα θα μας επηρεάσουν και πόσο σημαντικές τελικά θα είναι οι επιπτώσεις. Αν εστιάσουμε στο πρίσμα των επιχειρήσεων, τα βασικότερα αίτια που οδηγούν, προς το παρόν, σε περιορισμένη σύνδεση του ESG με την επιχειρηματική στρατηγική, και, άρα, σε μειωμένη διαφάνεια και περιορισμένο αριθμό εκθέσεων ESG με ουσιαστικό περιεχόμενο, συνοψίζονται παρακάτω:

1. Έλλειψη γνώσης ή κατανόησης του εξωτερικού περιβάλλοντος και των σχετικών οφελών και κινήτρων για την ενσωμάτωση του ESG. Συγκεκριμένα, ενώ οι κανονιστικές εξελίξεις, ειδικά στην Ευρώπη, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, διαφαίνεται ότι θα κινητοποιήσουν ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις, τα κίνητρα για την ενσωμάτωση του ESG διευρύνονται και εκτός της νομικής υποχρέωσης, κυρίως μέσω των πιέσεων ενδιαφερομένων μερών της αγοράς (π.χ., επενδυτές, αναλυτές, πελάτες, προμηθευτές, χρηματαγορές, πάροχοι κεφαλαίου), αλλά και της κοινωνίας των πολιτών (π.χ., ΜΚΟ, ενώσεις καταναλωτών, κ.ά.), που εντατικοποιούν τις απαιτήσεις τους για ενημέρωση και διαφάνεια.

2. Περιορισμένη ανάπτυξη business case για το ESG σε εταιρικό επίπεδο και ελλιπής σύνδεση των οφελών, κινήτρων, αλλά και των κινδύνων ESG με ενδοεταιρικούς δείκτες χρηματοοικονομικής επίδοσης. Συγκεκριμένα, παρατηρείται μια αδυναμία σύνδεσης των μη χρηματοοικονομικών παραγόντων με διαδικασίες αναγνώρισης κινδύνων/ευκαιριών, καθώς και ανάπτυξης επιχειρηματικού πλάνου και στρατηγικής. Για παράδειγμα, πόσο θα επηρεάσει τα οικονομικά αποτελέσματα μιας επιχείρησης η δέσμευσή της για μηδενικό καθαρό αποτύπωμα άνθρακα (net zero) ή, αντιστοίχως, πόσο ενδέχεται να πλήξουν την κερδοφορία της οι λειτουργικές επιπτώσεις που φέρουν τα ακραία και χρόνια φυσικά φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής σε όλη την αλυσίδα αξίας της. Όταν αυτές οι μελέτες πραγματοποιούνται και οι ESG δείκτες μεταφράζονται σε χρηματοοικονομικές επιπτώσεις ή ευκαιρίες, η ανάπτυξη του business case για το ESG μετουσιώνεται σε αναγκαιότητα.

3. Καθιερωμένη κουλτούρα, συστήματα και διαδικασίες εστιασμένα σε περιορισμένο χρονικό ορίζοντα (π.χ. 1-3 έτη) και ανάπτυξη επιχειρηματικών πλάνων και στρατηγικών εστιασμένων στη βραχυπρόθεσμη κερδοφορία. Η βιώσιμη ανάπτυξη έχει, εξ ορισμού, ευρύτερο και πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα από το σύνηθες τριετές πλάνο των επιχειρήσεων. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι επιδράσεις που ενδέχεται να πραγματοποιηθούν μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα δεν επηρεάζουν σημερινές λειτουργίες ή οικονομικά αποτελέσματα.

Διευρύνοντας τον ορίζοντα της επιχειρηματικής στρατηγικής και του πλάνου, ώστε να περιλαμβάνουν τη διαχείριση μεταγενέστερων επιδράσεων, οχυρώνεται, στην ουσία, η μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη κερδοφορία.

4. Έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού με εξειδίκευση στην αναγνώριση, συλλογή, παρακολούθηση, διαχείριση και δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών στοιχείων.

Η συστημική φύση της βιώσιμης ανάπτυξης απαιτεί την ανάπτυξη ικανοτήτων και δεξιοτήτων που σχετίζονται όχι μόνο με ποικίλα επιστημονικά πεδία, τόσο περιβαλλοντικά όσο και οικονομικο-κοινωνικά, αλλά και με δεξιότητες που επιτρέπουν τη σύνδεση αυτής της γνώσης με τα επιχειρησιακά συστήματα και διαδικασίες. Η τυποποίηση και ταξινόμηση που έχει ξεκινήσει και αναμένεται να εντατικοποιηθεί μέσω των κανονιστικών εξελίξεων αναμένεται να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των εταιρικών διαδικασιών και των συστημάτων που σχετίζονται με το ESG.

Παραμένει γεγονός ότι, παρά τα σχεδόν 20 χρόνια που τα θέματα βιώσιμης ανάπτυξης αγγίζουν το επιχειρείν, η μεγαλύτερη πρόοδος έχει σημειωθεί την τελευταία τριετία και αναμένεται να εντατικοποιηθεί σημαντικά μέχρι και το 2030. Παρ' όλα αυτά, η μεγαλύτερη πρόκληση παραμένει η ανάγκη μετασχηματισμού των επιχειρηματικών μοντέλων, με τέτοιο τρόπο ώστε η στρατηγική για την κερδοφορία να συνδέεται με τη δημιουργία διαμοιραζόμενης αξίας σε ένα διευρυμένο σύνολο ενδιαφερομένων μερών (πέραν, αμιγώς, των μετόχων), καθώς και η διασφάλιση ότι η δημιουργία αυτής της αξίας θα διέπεται από έναν μακροπρόθεσμο ορίζοντα που λαμβάνει υπ' όψιν τις ευρύτερες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος. 

Πηγή: Capital.gr

ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ